- φωτισμῶν
- φωτισμόςilluminationmasc gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
Κάνο, Αλόνσο — (Alonso Cano, Γρενάδα 1601 – 1667). Ισπανός ζωγράφος, αρχιτέκτονας και γλύπτης. Το 1638 διορίστηκε ζωγράφος της βασιλικής Αυλής, στην οποία παρέμεινε επί 22 χρόνια. Κατά τη διάρκεια των χρόνων αυτών διακόσμησε με γλυπτικά και ζωγραφικά έργα ναούς … Dictionary of Greek
Νικολαϊδης, Νίκος — (Αθήνα 1950 –). Σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Από τους πολύ εμπορικά επιτυχημένους δημιουργούς του λεγόμενου σύγχρονου εγχώριου σινεμά των δεκαετιών 1970 και 1980 κυρίως, που συνήθιζε να γράφει ο ίδιος τα σενάρια όλων των ταινιών που σκηνοθετούσε … Dictionary of Greek